ΑΓΓΟΥΡΙΑ

Αγγουριά


Μορφολογία
Ανάπτυξη
Φυσιολογικές δυσλειτουργίες
Φυσιολογική πτώση ανθέων, Πικρή γεύση
Παθολογία – Ιοί,  μυκόπλασμα
ZYMV, CMV, WMV
Παθολογία – Βακτήρια
Γωνιώδης κηλίδωση των κολοκυνθοειδών
Παθολογία – μύκητες
Χνουδωτή μούχλα, Σάπισμα φυτών-ριζοκτονία, Κονιώδης μούχλα(περονόσπορος), Ανθράκωση
Εχθροί
Ψείρα πράσινου ροδάκινου, Αραχνίδιο, Κάμπια σπόρου καλαμποκιού
Ζιζάνια
Λουβουδιά, Δατούρα, Πολύγωνο, Πολύκομπι, Γενναίος στρατιώτης, Σκαρόχορτο, Τραχύ βλήτο, Υοσκύασμος, Περικοκλάδα, Μουχρίτσα, Σετάρια, Αργόπυρο
Το αγγούρι,  μαζί με το κολοκύθι, το πεπόνι και την κολοκύθα, ανήκει στην  οικογένειαCucurbitaceae και μαζί μ’ αυτά τα είδη ανήκει στην ομάδα των λαχανικών που γνωρίζουμε ως κολοκυνθοειδή (κολοκυνθώδη) ή αναρριχητικά φυτά.  Η οικογένεια αυτή (γνωστή και ως κολοκύθες) αποτελείται από 96 γένη, εκ των οποίων τρία μόνο τυγχάνουν εμπορικής εκμετάλλευσης.
Η αγγουριά (Cucumis sativus) προήλθε από την περιοχή μεταξύ Κόλπου της Βεγγάλης και Ιμαλαϊων, όπου φύεται το είδος Cucumis hardwickii, και υπάρχουν αποδείξεις για την καλλιέργειά της στη δυτική Ασία εδώ και 3.000 χρόνια. Από την Ινδία έφτασε μέχρι την Ελλάδα και την Ιταλία, όπου οι Ρωμαίοι την αγάπησαν ιδιαίτερα, και αργότερα πέρασε στην Κίνα. Οι Ρωμαίοι κατά πάσα πιθανότητα τη μετέφεραν στα άλλα μέρη της Ευρώπης, ενώ αναφορές στην καλλιέργειά της εμφανίζονται τον 9ο αι. στη Γαλλία, το 14ο αι. στην Αγγλία και στα μέσα του 16ου αι. στη Βόρειο Αμερική.

Μορφολογία

Bιολογία και Μορφολογία :
Η αγγουριά είναι φυτό φυλλώδες, μονοετές, με ζυγό αριθμό χρωμοσωμάτων, και συγκεκριμένα με 14 χρωμοσώματα. Μπορεί να χαρακτηριστεί παραγωγή των θερμών εποχών, αφού  η ιδανική θερμοκρασία για την ανάπτυξή του είναι γύρω στους  25 °C και η  ελάχιστη στους 15 °C, δηλ. δεν ανέχεται καθόλου το κρύο. Η έκθεση σε ψυχρές καιρικές συνθήκες θα επιβραδύνει την ανάπτυξή του, ακόμα και σε περίπτωση που η θερμοκρασία δε φτάσει σε επίπεδο πάγου. Αντίθετα, οι πολύ υψηλες θερμοκρασίες προκαλούν ανεπαρκή παραγωγή  γύρης.
Οι αγγουριές καλλιεργούνται κυρίως για τον καρπό τους, που προέρχεται από ένα μόνο ωάριο, το οποίο περιέχει πολλά σπόρια. Υπάρχουν μέρη του κόσμου όπου και τα άνθη και τα φύλλα κάποιων ειδών χρησιμοποιούνται στη διατροφή.
Η αγγουριά έχει σχετικά αδύναμο ριζικό σύστημα. Πολλές ρίζες-τροφοδότες εκτείνονται πλευρικά, περί τα 20 εκ. στα ανώτερα στρώματα του εδάφους. Το εκτός εδάφους τμήμα του φυτού είναι τραχύ, πρηνές και με μεγάλα φύλλα. Κορμός, μίσχος και φύλλα είναι δασύτριχα και σπειροειδή. Η αναρρίχηση αρχίζει μετά την εμφάνιση του δεύτερου ή του τρίτου πραγματικού φύλλου. Στο στάδιο αυτό αρχίζουν να σχηματίζονται κλαδιά ενώ λίγο αργότερα εμφανίζονται και τα άνθη. Αρσενικά και θηλυκά άνθη βρίσκονται στο ίδιο φυτό (ερμαφρόδιτο). Τα ερμαφρόδιτα φυτά πρώτα εμφανίζουν δέσμη πέντε αρσενικών ανθέων στους κόμβους του φύλλου ή στον κυρίως μίσχο. Στη συνέχεια το φυτό παράγει τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά άνθη. Οι περισσότερες σύγχρονες ποικιλίες έχουν μόνο θηλυκά άνθη (γυναικοειδή φυτά) και οι καρποί τους προκύπτουν από παρθενογένεση χωρίς επικονίαση, και δεν έχουν σπόρους. Αν κατά τύχη επικονιαστούν, οι καρποί των φυτών αυτών μπορεί να παραμορφωθούν μεγεθυνόμενοι στη συγκεκριμένη περιοχή. Τα γυναικοειδή υβρίδια χρησιμοποιούνται ευρύτατα επειδή γενικά είναι πιο πρώιμα και πιο παραγωγικά.
O όρος «μόνο θηλυκά» δεν είναι απόλυτα σωστός, δεδομένου ότι σε κάθε περίπτωση το 5% των ανθέων είναι αρσενικά. Στα ευαίσθητα γυναικοειδή φυτώρια, η παραγωγή αρσενικών ανθέων ενισχύεται από τις μεγάλες ημέρες, την υψηλή θερμοκρασία και το έντονο φως των αρχών του καλοκαιριού. Η παραγωγή αρσενικών αυξάνεται και με την υψηλή καρποφορία και άλλες πιέσεις που ασκούνται πάνω στο φυτό. Αντίθετα, η παραγωγή θηλυκών ανθέων ενισχύεται από τις μικρές ημέρες, τη χαμηλή θερμοκρασία και το χαμηλό φως του φθινοπώρου. Η ανάπτυξη του καρπού μέχρι την ωρίμανση δε διαρκεί παρά δύο με τρεις εβδομάδες. Κάποιες ποικιλίες θέλουν πρώιμη συγκομιδή, όπως π.χ. τα αγγουράκια για τουρσί, ενώ άλλες συλλέγονται μετά την ολοκλήρωση της κατά μέγεθος ανάπτυξης, και χρησιμοποιούνται σε φέτες, για σαλάτες. Τα αγγουράκια για τουρσί είναι συνήθως με στρογγυλεμένες άκρες, ανοιχτοπράσινα και καλυμμένα με αραιά ή πυκνά μαυριδερά αγκαθάκια. Τα αγγούρια σαλάτας είναι συνήθως μακριά, σκουροπράσινα, με ομαλή και γυαλιστερή επιφάνεια, υπάρχουν όμως και ποικιλίες αγκαθωτές. Οι καρποί τρώγονται κυρίως φρέσκοι σαν σνακ, σε σαλάτα ή σε τουρσί. Θερμιδικά το αγγούρι έχει μικρή αξία. Περιέχει κάπου 97% νερό. Το ενεργειακό του δυναμικό είναι πολύ χαμηλό, περίπου 52kJ/100 γραμμάρια φρέσκου αγγουριού. Το μεγαλύτερο μέρος της βιταμίνης Α απομακρύνεται με το ξεφλούδισμα ενώ η περιεκτικότητά του σε βιταμίνη C είναι μέτρια, δηλ. ένα μετρίου μεγέθους αγγούρι μπορεί να ικανοποιήσει το 13 % και 27 % των ημερήσιων αναγκών μας στις δυο προαναφερθείσες βιταμίνες αντίστοιχα. Τα αγγούρια είναι δροσιστικά και αναζωογονητικά αλλά όχι αποδεκτά για όλους τους ανθρώπους.
Ποικιλίες:
Από τη γενετική σκοπιά, οι υπάρχουσες ποικιλίες αγγουριού είναι είτε κλασσικές που επιτυγχάνονται με κλασσική γονιμοποίηση, είτε 
F1 υβρίδια που αποκτούνται από ειδικές διασταυρώσεις μέσω σταυρωτής γονιμοποίησης. Στην περίπτωση αυτή, όλα τα φυτά που προέρχονται από την ίδια σταυρωτή γονιμοποίηση, είναι γενετικά ομοειδή. Το πλεονέκτημα των υβριδίων  F είναι το λεγόμενο αποτέλεσμα ετέρωσης, δηλαδή ότι το υβρίδιο είναι πολύ υψηλότερης αξίας, από την άποψη της παραχθησόμενης ποσότητας και ποιότητας σε σχέση με τους γεννήτορές του. Για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα για κάθε γενιά σπόρων, πρέπει και οι εκάστοτε πρόγονοι του υβριδίου να γονιμοποιούνται σταυρωτά (δεν είναι δυνατό να καλλιεργηθούν φυτά της γενιάς F1, γιατί στη γενιά F2 τα χαρακτηριστικά των φυτών θα απομονώνονταν γενετικά). Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα υβρίδια F1 
είναι ακριβότερα, αλλά λόγω των χαρακτηριστικών τους επικρατούν στην ταξινόμηση. Οι ποικιλίες και τα υβρίδια αναπαράγονται με σκοπό την αντίσταση σε κάποιες ασθένειες και ζιζάνια, και την εξαφάνιση της πικρής γεύσης.



Ανάπτυξη
Ανάπτυξη της παραγωγής:
Η αγγουριά φυτεύεται συνήθως απευθείας στο έδαφος. Προτιμώνται τα αμμώδη εδάφη για την παραγωγή αγγουριών γιατί θερμαίνονται γρηγορότερα την άνοιξη. Το έδαφος πρέπει να είναι καλά αποξηραμένο και πλούσιο σε οργανικές ύλες, ενώ το 
pH πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 6.0 and 6.5. Σε χώμα βαρύ και ανεπαρκώς αρδευόμενο, το ριζικό σύστημα υποφέρει από ανεπάρκεια οξυγόνου. Τουλάχιστον τα πολυετή ζιζάνια  πρέπει να απομακρυνθούν από το έδαφος. Τα φυντάνια της αγγουριάς είναι πολύ ευάλωτα στα υπολείμματα ζιζανιοκτόνων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο αγρός όπου θα καλλιεργηθούν πρέπει να επιλέγεται με μεγάλη προσοχή. Το φθινόπωρο πρέπει να γίνεται πολύ καλή λίπανση. Ιδανική εποχή για τη σπορά είναι οι αρχές του Μάη, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η βλάστηση πριν τα τελευταία κρύα της άνοιξης. Για να διασφαλίσουμε ικανοποιητικά ανθεκτική καλλιέργεια, η θερμοκρασία του εδάφους πρέπει να φθάνει τουλάχιστον τους 16 °C. Όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία του εδάφους, τόσο γρηγορότερα εμφανίζονται τα φυντάνια, και τόσο λιγότερο τρωτά είναι στις κάμπιες και τις παθήσεις. Το ποσοστό γονιμοποίησης αυξάνει κι αυτό με την άνοδο της θερμοκρασίας.  Στους 16°C, τα φυντάνια χρειάζονται  9 ως16 μέρες για να βλαστήσουν, ενώ στους  21 °C, απαιτούνται μόνο 5 ως 6 μέρες. Όπως τα περισσότερα κολοκυνθοειδή, τα αγγούρια δεν ευνοούνται από τη μεταφύτευση, και το κόστος της διαδικασίας αυτής δύσκολα καλύπτεται. Μόνο σε μικρά χωράφια είναι δυνατό να μεταφυτευτούν φυντάνια, επειδή είναι πιθανό να βλαφτούν είτε εξαιτίας του χειρισμού τους, είτε λόγω του ανέμου μετά το φύτεμα. Σ’ αυτή την περίπτωση, τα καταλληλότερα φυτά είναι τα ηλικίας 2-3 εβδομάδων και θα πρέπει να φυτευτούν στα μέσα του Μάη. Τα αναδυόμενα ή μεταφυτευμένα φυτά είναι πολύ ευάλωτα στο κρύο έδαφος  και τη διάβρωση που επιφέρει ο αέρας ή το κρύο. Αν προβλέπεται κρύο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί λευκό ύφασμα για κάλυψη των μικρών καλλιεργειών.
Συντήρηση:
Το πότισμα και η σωστή λίπανση είναι ουσιώδεις παράγοντες για την ικανοποιητική παραγωγή και ποιότητα. Σημαντικά για το επιτυχημένο σχήμα του καρπού είναι το κάλιο και ο φώσφορος, ενώ το άζωτο δίνει το σωστό χρώμα στον καρπό. Η έλλειψη καλίου εμποδίζει τη σωστή ανάπτυξη του κοτσανιού όπου στηρίζεται ο καρπός. Η έλλειψη φωσφόρου δίνει στον καρπό χρώμα θαμπό πράσινο προς το μπρούτζινο. Η έλλειψη αζώτου τέλος, έχει ως αποτέλεσμα το ανοιχτοπράσινο χρώμα στα φύλλα και τους καρπούς. Υπάρχουν αποδείξεις ότι η υπερβολή στο άζωτο πριν από την άνθιση μπορεί να καθυστερήσει την άνθηση ενώ χαμηλή ποσότητα αζώτου στη διάρκεια της καρποφορίας μπορεί να ελαττώσει τον αριθμό των καρπών. Η καρποφορία και η ποιότητα του καρπού εξαρτώνται πολύ και από την ποσότητα του διαθέσιμου νερού. Κατά μέσο όρο οι  αγγουριές χρειάζονται 30-40 χιλ. νερού κάθε βδομάδα, και περισσότερο όταν ο καιρός είναι ζεστός και ξηρός. Κάτω από συνθήκες πίεσης, οι καρποί που πλησιάζουν την εποχή της συγκομιδής, σχηματίζουν πικρά σακίδια στο φλοιό, κοντά στην επαφή με το κοτσάνι. Κάποιοι τύποι αγγουριών δεν πικρίζουν ποτέ. Δυστυχώς, αυτές οι ποικιλίες είναι και λιγότερο ανθεκτικές στο αραχνίδιο. Οι αναρριχώμενες αγγουριές μπορούν να τοποθετηθούν σε δικτυωτά πλέγματα για την εξοικονόμηση χώρου αλλά και την βελτίωση της παραχθησόμενης ποσότητας και ποιότητας, όμως το υψηλό κόστος των πλεγμάτων καθιστά αντιοικονομική την εμπορική παραγωγή μ’ αυτή τη μέθοδο. Οι αγγουριές των θερμοκηπίων πρέπει να αναρριχώνται σε πλέγματα, γιατί αν μείνουν στο έδαφος οι καρποί λυγίζουν. Οι πρώτοι καρποί συλλέγονται κατά κανόνα στο τέλος Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου και η συλλογή τους συνεχίζεται μέχρι το τέλος Αυγούστου ή αρχές Σεπτέμβρη, συνήθως όμως διακόπτεται νωρίτερα λόγω της χνουδωτής μούχλας. Η εμφάνιση νέων καρπών παρεμποδίζεται από τους παλιότερους, γι’ αυτό η συχνή συλλογή τους οδηγεί σε μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Από τους πλήρως ώριμους καρπούς, παίρνουμε το σπόρο. Αυτή η ωρίμανση μπορεί να χρειαστεί περίπου τρεις επιπλέον εβδομάδες μετά τη συλλογή των προς κατανάλωση καρπών. 
 

Φυσιολογικές δυσλειτουργίες



Φυσιολογική πτώση ανθέων

Κύκλος: απουσία γονιμοποίησης αν χρειάζεται, έλλειψη αζώτου, υπερβολικά μεγάλος αριθμός καρπών στο φυτό.

Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Αυτή η διαταραχή είναι μάλλον συχνή, και φυσικά ελαττώνει την ποσότητα της παραγωγής.

Συμπτώματα και διαταραχές:

Νεαροί καρποί κιτρινίζουν και πέφτουν.



Αντιμετώπιση:
-         ισορροπημένη θρέψη,
-         τακτική συλλογή,
-          παρουσία γονιμοποιητών, αν χρειάζεται,


Παθολογία – Ιοί,  μυκόπλασμα


ZYMV
Zucchini yellow mosaic virus (ZYMV)
 Φάσμα προσβαλλομένων:
Το φάσμα προσβαλλομένων απ’ αυτό τον ιό δεν είναι ακόμα πλήρως γνωστό. Κάποια ζιζάνια (chickweed)λειτουργούν ως χειμέριοι ξενιστές του ιού αλλά το φάσμα των προσβαλλομένων δεν είναι πολύ ευρύ, ενώ συμπεριλαμβάνει κυρίους τα κολοκυνθοειδή.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Αυτός ο ιός είναι πολύ σημαντικός σε κάποιες περιοχές της Τσεχίας, κυρίως στη νότια Μοραβία. Η παραγωγή επηρεάζεται σοβαρά και επιπλέον οι καρποί γίνονται δύσμορφοι και δεν έχουν εμπορική αξία.
Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα φύλλα των προσβεβλημένων φυτών  είναι κίτρινα με μωσαϊκό και δυσμορφίες. Οι καρποί είναι στραβοί και παραμορφωμένοι. Τόσο η ανάπτυξη όσο και η παραγωγή των προσβεβλημένων φυτών, μειώνονται αισθητά. Τα πρώτα συμπτώματα του μωσαϊκού ενδέχεται να συγχέονται με τα συμπτώματα που προκαλεί ο ιός μωσαϊκού της αγγουριάς αλλά αυτός ο ιός δεν προκαλεί δυσμορφία ούτε στα φύλλα ούτε στον καρπό.




Κύκλος ασθένειας:
Ο ZYMV μεταβιβάζεται από αρκετά είδη ψείρας (ψείρα του πράσινου ροδάκινου, ψείρα βαμβακιού κλπ.) όχι εξακολουθητικά. Η κύρια πηγή μόλυνσης στην αρχή της περιόδου είναι πιθανώς κάποια διαχειμάζοντα ζιζάνια όπως το chickweed. Η πιθανότητα της μετάδοσης μέσω σπόρων, δεν έχει ακόμα αποδειχτεί. Αργότερα ο ιός διαχέεται σε όλη την παραγωγή, από φυτό σε φυτό.
 Αντιμετώπιση:
Δεν υπάρχει ουσιαστικά αποτελεσματική μέθοδος, όμως κάποια μέτρα μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση της μόλυνσης:
-         εξάλειψη των διαχειμαζόντων ζιζανίων στην περιοχή της καλλιέργειας
-         εξάλειψη των ψειρών,
-         απομάκρυνση των πρώιμα προσβεβλημένων φυτών,
-         προστατευτικό κάλυμμα από γυαλιστερό πλαστικό φύλλο που προστατεύει από τις ψείρες, είναι όμως συνήθως ακριβό,
-         προστασία με φύτεμα υψηλών φυτών που δε μπορούν να λειτουργήσουν ως ξενιστές, γύρω από την καλλιέργεια (π.χ. καλαμπόκι)
-         η εφαρμογή μεταλλικών ελαίων αποδείχτηκε αποτελεσματική ενάντια στην μετάδοση μη επίμονων ιών, είναι όμως δαπανηρή και το αποτέλεσμα διαρκεί μόνο για λίγες μέρες.



CMV, WMV
Cucumber mosaic virus (CMV) and Watermelon mosaic virus (WMV)
Φάσμα προσβαλλομένων:
Ο CMV έχει ευρύτατο φάσμα προσβαλλομένων ειδών, περιλαμβανόμενων ζιζανίων και καλλωπιστικών φυτών. Για τον ιό αυτό κάποια ζιζάνια λειτουργούν ως ξενιστές για το χειμώνα αλλά το φάσμα των ξενιστών του δεν είναι πολύ μεγάλο.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Αμφότεροι οι ιοί είναι πολύ διαδεδομένοι στην Ευρώπη και μπορούν να εμφανιστούν οποτεδήποτε στις καλλιέργειες αγγουριού, χωρίς να επιφέρουν όμως σημαντικές απώλειες.
 Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα φύλλα των προσβεβλημένων φυτών κηλιδώνονται. Στην περίπτωση του WMV οι δυσμορφίες των φύλλων, ο νανισμός και η κηλίδωση των φυτών ενδέχεται να εμφανιστούν ως συμπτώματα καθώς και η παραμόρφωση και η δυσμορφία στους καρπούς που έχουν μειωμένο μέγεθος. Τόσο η ποσότητα όσο και η ποιότητα της παραγωγής των προσβεβλημένων φυτών, ενδέχεται να ελαττωθούν. Τα συμπτώματα του WMV μπορεί να συγχέονται μ’ εκείνα του ZYMV. Μόνο εξειδικευμένα εργαστήρια είναι σε θέση να κάνουν τη διάκριση μεταξύ των δύο ιών.
 Κύκλος ασθένειας:
Και οι δύο ιοί μεταδίδονται με τις ψείρες (ψείρα του πράσινου ροδάκινου, ψείρα βαμβακιού κλπ.) όχι εξακολουθητικά. Διάφορα ζιζάνια και πολυετή καλλωπιστικά φυτά λειτουργούν ως ξενιστές για το χειμώνα και πηγές μετάδοσης. Αργότερα οι ψείρες μεταφέρουν τους ιούς από φυτό σε φυτό σε όλη την καλλιέργεια.
 Αντιμετώπιση:
-         αποφυγή καλλιέργειας κοντά σε πολυετή καλλωπιστικά,
-         εξάλειψη ψείρας και ζιζανίων
-         ποικιλίες ανθεκτικές σε CMV,
-         ξερίζωμα των πρώιμα προσβεβλημένων φυτών,
-         προστατευτικό κάλυμμα από γυαλιστερό πλαστικό φύλλο που προστατεύει από τις ψείρες, είναι όμως συνήθως ακριβό,
-         προστασία με φύτεμα υψηλών φυτών που δε μπορούν να λειτουργήσουν ως ξενιστές, γύρω από την καλλιέργεια (π.χ. καλαμπόκι)
-         η εφαρμογή μεταλλικών ελαίων αποδείχτηκε αποτελεσματική ενάντια στη μετάδοση μη επίμονων ιών, είναι όμως δαπανηρή και το αποτέλεσμα διαρκεί μόνο για λίγες μέρες.

Παθολογία – Βακτήρια


Γωνιώδης κηλίδωση των κολοκυνθοειδών
Προκαλών οργανισμός:  Pseudomonas syringae pv. lachrymans
Φάσμα προσβαλλομένων:
 Όλα τα καλλιεργούμενα είδη της οικογένειας των κολοκυνθοειδών μπορούν να μολυνθούν, αλλά το αγγούρι είναι πιθανώς το βαρύτερα προσβαλλόμενο.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, η ασθένεια μπορεί να είναι σοβαρή, αν και εμφανίζεται σποραδικά.
Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα συμπτώματα εμφανίζονται στα φύλλα με τη μορφή γωνιωδών κηλίδων που ορίζονται από τα νεύρα. Οι κηλίδες είναι σπογγοειδείς με πιθανή παρουσία πυκνών σταγόνων λάσπης στην αρχή και αργότερα νέκρωση. Τέλος, το κέντρο των κηλίδων διαλύεται δίνοντας στα φύλλα εμφάνιση ράκους. Η μόλυνση των μίσχων και των καρπών εξελίσσεται σε κηλίδες που αργότερα καλύπτονται από λευκή κρούστα. Οι πρώιμα προσβεβλημένοι καρποί μπορεί  να  παραμορφωθούν. Πάνω τους αναπτύσσεται δευτερεύουσα σήψη.
Μερικές φορές τα πρώιμα συμπτώματα στα φύλλα ενδέχεται να συγχέονται με την χνουδωτή μούχλα, σ’ αυτή την περίπτωση όμως οι κηλίδες είναι κίτρινες χωρίς σταγόνες λάσπης, ενώ μπορεί να εμφανιστεί γκριζόμαυρος όγκος στη χαμηλότερη πλευρά της κηλίδας και αργότερα ο νεκρωμένος ιστός να πέσει.
Κύκλος ασθένειας:
Το κατεστραμμένο φυτό δύναται να μολύνει μέχρι και σε δύο χρόνια, γιατί φέρει ακόμα και σπόρους της νόσου. Ο μόνος όμως τρόπος να κολλήσει ένα άλλο φυτό, είναι η πρόκληση τραύματος. Τα βακτήρια διαχέονται εύκολα με θερμό, υγρό καιρό, με βροχή και άνεμο και με το άγγιγμα των φυτών στη διάρκεια της καλλιέργειας, της συγκομιδής κλπ. Η ιδανική θερμοκρασία για την εξέλιξη της ασθένειας κυμαίνεται μεταξύ 24 – 28 °C. Αντίθετα, δύο εβδομάδες ξηρών καιρικών συνθηκών είναι σε θέση να σταματήσουν τη μόλυνση. Υπερβολικές δόσεις αζώτου καθιστούν τα φυτά περισσότερο ευάλωτα στη μόλυνση.
 Αντιμετώπιση:
Πρέπει να εφαρμοστεί ένα περίπλοκο σύστημα μέτρων ελέγχου:
-         οι καρποί από τους οποίους θα κρατήσουμε σπόρους, πρέπει να προέρχονται από υγιή φυτά μόνο,
-         απολύμανση των σπόρων με υποχλωρίδιο του ασβεστίου ή υδροχλωρικό οξύ,
-         εναλλαγή καλλιεργειών,
-         ανθεκτικές ποικιλίες,
-         ισορροπημένη λίπανση,
-         ει δυνατό, αποφυγή ποτίσματος από ψηλά,
-         απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών,
-         αποφυγή αγγίγματος των φυτών όταν είναι υγρά (μεταφύτευση, καλλιέργεια, κλάδεμα, συλλογή),
-         αν εμφανίστηκε στον αγρό βακτηριακή νέκρωση, οργώνουμε επιμελώς κάτω από τα υπολείμματα των φυτών, για να επιταχύνουμε την αποσύνθεση,
-         αρκετά βοηθά και η χρήση μυκητοκτόνων χαλκού.
Παθολογία – μύκητες

Χνουδωτή μούχλα


Προκαλών οργανισμός: Pseudoperonospora cubensis
Φάσμα προσβαλλομένων:
Προσβάλλει τόσο το πεπόνι όσο και το αγγούρι, το τελευταίο όμως βαρύτερα.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Η χνουδωτή μούχλα είναι διαδεδομένη στην Ευρώπη. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 του περασμένου αιώνα, υπήρξε η πλέον καταστροφική νόσος του αγγουριού στην Τσεχία. Κάτω από ευνοϊκές συνθήκες μια πρώιμη μόλυνση, είναι δυνατό να καταστρέψει όλη τη σοδειά.
Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται με τη μορφή αρκετών κίτρινων γωνιωδών κηλίδων μεταξύ νεύρων στα φύλλα. Ένας λεπτός, γκριζόμαυρος όγκος κονιδιοφόρων αναπτύσσεται στο κάτω μέρος των κηλίδων όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές (υγρασία).


Αρ γότερα, ο αριθμός των κηλίδων αυξάνεται και αρχίζουν να νεκρώνονται. Όταν προσβληθεί περίπου το μισό φύλλο, τότε νεκρώνεται ολόκληρο το φύλλο και οι άκρες του γυρίζουν προς τα πάνω. Η σοβαρότατη φυλλόρροια αποδεκατίζει την παραγωγή. Τα νεαρότερα φύλλα (προτού αποκτήσουν περίπου τη μισή από την τελική τους επιφάνεια), κοτσάνια και καρποί, δεν προσβάλλονται.



Υπάρχει περίπτωση τα πρώιμα συμπτώματα να συγχέονται μ’ εκείνα του μωσαϊκού, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση οι κίτρινες κηλίδες δεν περιορίζονται μεταξύ των νεύρων και ο γκριζόμαυρος όγκος δεν εμφανίζεται στην κάτω πλευρά των κηλίδων. Επιπλέον, το μωσαϊκό αρχίζει να εμφανίζεται στα νεαρότερα φύλλα.





Κύκλος ασθένειας:
Ο μύκητας διαχειμάζει στη λεκάνη της Μεσογείου τόσο σε καλλιέργειες όσο και σε ζιζάνια του είδους των κολοκυνθοειδών και η μόλυνση διασπείρεται σταδιακά στη διάρκεια του καλοκαιριού από τον άνεμο και τον αέρα προς τα Βορειοδυτικά. Τα αρχικώς προσβεβλημένα φύλλα λειτουργούν ως πηγή μόλυνσης για τα γειτονικά τους φύλλα και φυτά. Μέσα σε μία καλλιέργεια, τα σπόρια διασκορπίζονται από τον άνεμο και τις σταγόνες του νερού στη διάρκεια της βροχής, ή με το πότισμα από επάνω. Ο υγρός και σχετικά ζεστός καιρός ευνοεί την ανάπτυξη της ασθένειας. Η ιδανική θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 18 και 23 °C. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, ο κύκλος της ζωής θα διαρκέσει μόνο  3 – 4 ημέρες, και τα απροστάτευτα φυτά θα καταστραφούν σχεδόν ολοσχερώς μέσα σε ελάχιστες μέρες. Αυτός ο μύκητας ανέχεται χωρίς να χάσει τη ζωντάνια του,θερμοκρασίες ακόμα και πάνω από τους  30 °C.
Αντιμετώπιση:
Δεν υπάρχει μέθοδος αντιμετώπισης με επιτυχία 100%, αλλά οι απώλειες μπορούν να περιοριστούν μ’ ένα συνδυασμό από:
-         ανθεκτικές ποικιλίες
-         πρώιμη σπορά,
-         ει δυνατό, αποφυγή ποτίσματος από επάνω, ή τουλάχιστον πότισμα νωρίς το πρωί και αργά το βράδυ (επιμήκυνση περιόδου υγρασίας),
-         τακτική εφαρμογή μυκητοκτόνου αν ο καιρός ευνοεί την ανάπτυξη της νόσου.


Σάπισμα φυτών-ριζοκτονία

Προκαλών οργανισμός: διάφορα είδη  Pythium, Rhizoctonia, Fusarium, Aphanomyces, και άλλοι μύκητες.
 Φάσμα προσβαλλομένων:
Όλα αυτά τα είδη είναι μάλλον πολυφάγα  με κάποιες εξαιρέσεις, όλα τα λαχανικά, όλα τα καλλωπιστικά φυτά, τα ζαχαρότευτλα και κάποια ζιζάνια μπορούν να λειτουργήσουν ως ξενιστές.
 Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Η νόσος εμφανίζεται όπου καλλιεργούνται λαχανικά ή ζαχαρότευτλα, η πρόκληση όμως σημαντικής ζημίας απαιτεί ευνοϊκές συνθήκες. Για τα αγγούρια ίσως θα πρέπει να προσέξουμε κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτωρίων στις πρώιμες καλλιέργειες ή μετά από την άμεση σπορά στο έδαφος αν ο καιρός είναι κρύος και βροχερός.
 Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα τυπικά συμπτώματα είναι το μαλάκωμα και σκούρο χρώμα του υποκοτυλίου και των ριζικών ιστών των εμφανιζομένων φυτών. Το προσβεβλημένο φυτό είτε καταρρέει ξαφνικά ή σταδιακά κιτρινίζει και σ’ αυτή την περίπτωση η ανάπτυξη τόσο του φυτού όσο και του ριζικού συστήματος είναι πολύ πενιχρή. Οι επιθέσεις που γίνονται πριν την εμφάνιση, κάνουν σκούρους τους ιστούς και το φυτό δεν βλασταίνει. Μπορεί οι ιστοί να καλυφθούν από μυκηλιακό όγκο διαφορετικού χρώματος.
Τα συμπτώματα που προκαλούνται από όλες αυτές τις παθήσεις είναι παρόμοια μεταξύ τους, με αποτέλεσμα τη δυσκολία διάκρισης.
 Κύκλος ασθένειας:
Οι ασθένειες αυτές αναπτύσσονται είτε εντός του εδάφους (Pythium, Rhizoctonia, Fusarium, Aphanomyces)είτε εντός του σπόρου (Colletotrichum). Εκείνες που έχουν αναπτυχθεί στο χώμα μολύνουν τις ρίζες και τη βάση του μίσχου και επιβιώνουν στο χώμα με τη μορφή ζυγωτών, σκληρωτίων, χλαμυδοσπόρων ή σαν σαπρόφυτα στα υπολείμματα του φυτού, ενώ εκείνες που αναπτύσσονται στο σπόρο μπορούν να προσβάλουν όλα τα επιφανειακά μέρη του φυτού και επιβιώνει σε σπόρους ή σε υπολείμματα φυτών όπως το μυκήλιο και τα κονίδια. Λόγω του ευρέος φάσματος παθογενειών, η ασθένεια μπορεί να εμφανιστεί κάτω από διαφορετικές συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας εδάφους. Κακή εδαφική δομή, όξινη αντίδραση, κακή θρέψη καθώς και πλεόνασμα αζώτου και χαμηλή ένταση φωτός μαζί με την υψηλή θερμοκρασία, είναι παράγοντες που δημιουργούν προδιάθεση.
 Αντιμετώπιση:
-         υψηλής ποιότητας σπόρος,
-         αποστείρωση εδάφους (μόνο για μεταφυτεύσεις), καλή δομή και ισορροπημένο  pH,
-         σωστή καλλιεργητική πρακτική: σωστή απόσταση μεταξύ φυτών, ισορροπημένη λίπανση, συσχετισμός μεταξύ θερμοκρασίας και έντασης φωτός (αποφυγή μεγάλων θερμοκρασιών αν το φως είναι χαμηλό),  πότισμα με τρόπο που να επιτρέπει στις επιφάνειες του φυτού να στεγνώσουν γρήγορα,
-         εφαρμογή μυκητοκτόνων.
 




Κονιώδης μούχλα(περονόσπορος)
Προκαλών οργανισμός: Erisyphe cichoraceum, Sphaerotheca fuliginea
Φάσμα προσβαλλομένων:
Η Erisyphe cichoraceum είναι νόσος πολυφάγος αλλά υπάρχουν κάποια είδη της που ειδικεύονται σε συγκεκριμένα είδη καλλιεργειών.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Οι υπαίθριες αγγουριές μπορούν να υποστούν βαριά μόλυνση στη διάρκεια μερικών ετών αλλά οι απώλειες στην παραγωγή δεν είναι τόσο σημαντικές.
Συμπτώματα και διαταραχές:
Τα τυπικά συμπτώματα αναπτύσσονται με τη μορφή λευκού κονιώδους επιθέματος τόσο στην επάνω όσο και στην κάτω επιφάνεια των φύλλων,  τα οποία αργότερα κιτρινίζουν και ξεραίνονται. Ενδέχεται να προσβληθούν και οι μίσχοι αλλά οι καρποί δεν βλάπτονται.
 Κύκλος ασθένειας:
Η Erisyphe cichoraceum κυριαρχεί στην Τσεχία (95% των προσβολών). Ο μύκητας διαχειμάζει στα ζιζάνια και τα κονίδιά της εύκολα μεταφέρονται σε μεγάλη απόσταση με τον αέρα. Ο πιθανός ρόλος της κλειστοθεσίας στη συντήρηση δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα. Η εναλλαγή θερμών και ξηρών περιόδων με ελαφρές βροχοπτώσεις ή νυχτερινή πάχνη είναι συνθήκες ευνοϊκότατες για τη διασπορά της ασθένειας αλλά και οι άλλες συνθήκες δεν την περιορίζουν γιατί η μούχλα δε χρειάζεται πραγματικό νερό στα φύλλα και αναπτύσσεται σε ευρύτατο φάσμα θερμοκρασιών, από 10 – 35 °C.
 Αντιμετώπιση:
-         ανθεκτικές ποικιλίες,
-         μυκητοκτόνα.
 




Ανθράκωση
Προκαλών οργανισμός: Colletotrichum orbiculare
Φάσμα προσβαλλομένων:
Όλα τα καλλιεργούμενα είδη του γένους των κολοκυνθοειδών (αγγούρι, πεπόνι, γλυκοκολοκύθα) είναι δυνατό να προσβληθούν.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Η Anthracnose εμφανίζεται τώρα κυρίως σε πεπόνια και γλυκοκολοκύθες, ενώ μικρή σημασία έχει για την αγγουριά.
Συμπτώματα και διαταραχές:
Στην αρχή εμφανίζονται ανοιχτόχρωμες κηλίδες στα φύλλα, που μεγαλώνουν όμως ταχύτατα, ενώνονται και μετά νεκρώνονται. Οι νεκρωθέντες ιστοί πέφτουν. Στη διάρκεια των περιόδων υγρασίας πάνω στις κηλίδες εμφανίζονται ροζ κονίδια. Παρόμοιες κηλίδες βλέπουμε και στους μίσχους. Στους καρπούς εμφανίζονται υγρές, βαθουλωτές κηλίδες που μεγαλώνουν  ακόμα και ύστερα από τη συγκομιδή.

Κύκλος ασθένειας:Ο μύκητας διαχειμάζει σε κατεστραμμένα φυτά και σπόρους. Στην καλλιέργεια μεταφέρεται από σταγόνες νερού, έντομα, και στη διάρκεια της καλλιέργειας αν είναι υψηλή η υγρασία του αέρα και ο καιρός βροχερός.
 Αντιμετώπιση:
-         εναλλαγή καλλιεργειών
-         απολύμανση σπόρων,
-         ισορροπημένη θρέψη.


Εχθροί


Ψείρα πράσινου ροδάκινου
Ψείρα πράσινου ροδάκινου (Myzus persicae) και άλλα είδη.
Φάσμα προσβαλλομένων: 
Η  M. persicae προσβάλει ευρύ φάσμα καλλιεργειών: πατάτα, ζαχαρότευτλο, πολλά είδη καλλωπιστικών και λαχανικών.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Η M. persicae είναι ευρύτατα διαδεδομένη στα θερμοκήπια και στους ανοιχτούς αγρούς. Ελάχιστη σημασία έχουν οι προσβολές απευθείας στα φυτά, αλλά αυτό το είδος μεταφέρει κάπου 200 ιούς φυτών μεταξύ των οποίων σημαντικότεροι για την αγγουριά είναι οι  ZYMV, CMV και WMV.
Συμπτώματα:
Η M. persicae εμφανίζεται συνήθως μεμονωμένη και δεν σχηματίζει αποικίες στις αγγουριές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα συμπτώματα που προκαλεί η απομύζηση δεν είναι ορατά στα φυτά της αγγουριάς.
Περιγραφή του ζωυφίου:   
Η άπτερη  M. persicae φτάνει τα  2 χιλ.σε μήκος κι έχει χρώμα ανοιχτοπράσινο ή κιτρινοκόκκινο. Το είδος που έχει φτερά  είναι κάπως μακρύτερο (3 χιλ.) με θώρακα μαύρο σε κάποια τμήματα και μαύρες βούλες στο πίσω μέρος.
Κύκλος ζωής:
Η M. persicae συνήθως διαχειμάζει με μορφή αυτού σε χειμερινούς ξενιστές (ροδάκινο) αλλά βρίσκεται και στα θερμοκήπια με τη μορφή νύμφης ή ενήλικης που δεν έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Η εκκόλαψη γίνεται από τα αυγά των άπτερων. Ύστερα από αρκετές γενιές σε χειμερινό ξενιστή, αρχίζουν και γεννιούνται ψείρες με φτερά που μετακινούνται προς τους θερινούς ξενιστές (πατάτα, ζαχαροκάλαμο, λαχανικά, καλλωπιστικά κ.α.). Στη διάρκεια του καλοκαιριού αυτή η ψείρα αναπαράγεται με παρθενογένεση. Στο τέλος του καλοκαιριού γυρίζει στους χειμερινούς ξενιστές και ύστερα από το ζευγάρωμα εναποθέτει τα αυγά της σ’ αυτούς.
Αντιμετώπιση:
Πολλά εντομοκτόνα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον της  M. persicae, όμως πρέπει να σημειώσουμε πως η μεταφορά ιού στην αγγουριά σχεδόν δεν επηρεάζεται, λόγω της μη σταθερής τους χρήσης. Αντίθετα, η εφαρμογή κάποιων οργανοφωσφορικών εντομοκτόνων μπορεί ακόμα και να ενισχύσει τη μεταβίβαση γιατί οι ψείρες απομυζούν δοκιμαστικά περισσότερες φορές. Επειδή δεν υπάρχει άμεση βλάβη στα φυτά της αγγουριάς από τις ψείρες, κατά κανόνα είναι αντιοικονομική η χρήση εντομοκτόνων. Μόνη εξαίρεση μπορεί να είναι η μεταφύτευση σε θερμοκήπια.




Αραχνίδιο
Αραχνίδιο (Tetranychus  urticae)
Φάσμα προσβαλλομένων:
Το αραχνίδιο είναι εξαιρετικά πολυφάγο έντομο που μολύνει τα καλλωπιστικά, το λυκίσκο, κάποια λαχανικά κλπ.  
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Το αραχνίδιο είναι σημαντικό για την αγγουριά του θερμοκηπίου κυρίως, ενώ σε εξωτερικές συνθήκες τουλάχιστον στην Τσεχία δεν προκαλεί ουσιαστική ζημιά.
Συμπτώματα:
Τα πρώτα συμπτώματα αναπτύσσονται με τη μορφή μικρών (1 χιλ. ή μικρότερων) κίτρινων κηλίδων στα φύλλα. Τα βαρέως προσβληθέντα φύλλα κιτρινίζουν, νεκρώνονται και καλύπτονται από πολύ λεπτό ιστό, με αραχνίδια. Τα σοβαρά προσβεβλημένα φυτά παθαίνουν νανισμό και τα άνθη ξεραίνονται.



Περιγραφή του ζωυφίου:
Τα αραχνίδια είναι πολύ μικρά (μήκος 0,4 – 0,6 χιλ.), κίτρινα, πράσινα ή κοκκινωπά, με σχήμα ωοειδές. Οι κάμπιες έχουν τρία ή τέσσερα ζεύγη πορτοκαλί πόδια και έξι σειρές βλεφάρων στην πλάτη τους. Τα αυγά τους είναι πολύ μικρά, σφαιρικά, με λωρίδες και λαμπερά. Ενήλικα και ανήλικα αραχνίδια έχουν στο στόμα τους όργανα για δάγκωμα και απομύζηση.


Κύκλος ζωής:
Το θηλυκό διαχειμάζει έξω, ενώ στα θερμοκήπια τα αραχνίδια αναπτύσσονται διαρκώς χωρίς διαχείμαση. Όλα τα στάδια καταστρέφουν τα φύλλα απομυζώντας τα από κάτω, όπου αφήνουν και τα αυγά τους. Ο κύκλος ζωής του είναι μάλλον περίπλοκος, αφού έχει 7 στάδια από τα οποία σε κάποια μόνο μπορεί να κινείται. Σε υψηλές θερμοκρασίες (25 -30 °C) η εξέλιξη από αυγό σε ενήλικο επιτυγχάνεται σε μόλις  8 -10 μέρες. Έτσι, σε διάρκεια ενός έτους αναπτύσσονται αρκετές γενιές (7 – 9 έξω, πάνω από 20 στα θερμοκήπια). Η αύξηση του πληθυσμού υποστηρίζεται από τη ζέστη και την ξηρασία.
 Αντιμετώπιση:
-         υπάρχουν ανθεκτικές ποικιλίες,
-         οι ποικιλίες που δεν πικρίζουν είναι πιο ευάλωτες,
-         διατηρήστε υψηλή υγρασία στον αέρα με συχνό πότισμα,
-         συνήθως δε χρειάζεται εφαρμογή αραχνοκτόνων σε υπαίθριες καλλιέργειες Χρησιμοποιήστε τα μόνο αν είναι όντως δικαιολογημένο (έντονος παρασιτισμός, ξηρός και ζεστός καιρός, εξάπλωση πληθυσμού), διαφορετικά θα καταστρέψετε και τους φυσικούς εχθρούς του αραχνιδίου (αρπακτικά αραχνίδια, αρπακτικά θυσανόπτερα, κοριοί-πειρατές).






Κάμπια σπόρου καλαμποκιού
Κάμπια σπόρου καλαμποκιού (Phorbia florilega, synonymum Delia florilega)
Φάσμα προσβαλλομένων:
Το φάσμα των προσβαλλομένων είναι μάλλον ευρύ και περιλαμβάνει την τομάτα, το ραπανάκι, τα φασόλια, τα μπιζέλια, το μαρούλι και πολλά άλλα φυτά.
Συχνότητα και σπουδαιότητα:
Η αγγουριά μπορεί να μολυνθεί από την κάμπια σε κάποιες περιοχές αλλά οι απώλειες συνήθως δεν είναι σημαντικές στις μεγάλες καλλιέργειες.
Συμπτώματα:
Οπές, σήραγγες και κατώτερη σήψη στις κοτυληδόνες και την κορυφή των φυτών. Τα σοβαρά προσβεβλημένα φυτά παθαίνουν νανισμό ή καταστρέφονται πλήρως. Τα πρώιμα προσβληθέντα φυτά δεν αναπτύσσονται.
Περιγραφή του ζωυφίου:
Η κάμπια του σπόρου καλαμποκιού είναι παρόμοια με την κοινή μύγα, με μήκος περίπου 4-6 χιλ., χρώμα γκρι με καφέ πόδια. Τα αυγά της είναι λαμπερά λευκά, περίπου 1 χιλ. σε μήκος και με διάμετρο 0,3 χιλ.  Η νύμφη έχει μήκος 6-8 εκ., κάπως άσπρη, χωρίς πόδια και χωρίς ορατή κεφαλή. Το κουκούλι της χρυσαλίδας έχει μήκος 4-5 χιλ. και είναι καφέ.
Κύκλος ζωής:
Το κουκούλι είναι ο χώρος όπου διαχειμάζει. Οι ενήλικες εκκολάπτονται στο τέλος Απρίλη/αρχές Μάη. Αφήνουν τα αυγά τους κοντά στους φυτεμένους σπόρους ή νεαρά φυτά Οι κάμπιες δημιουργούν σήραγγες στις κοτυληδόνες ή στην κορυφή του φυτού. Οι πλήρως ανεπτυγμένες κάμπιες περνούν από στάδιο χρυσαλίδας μέσα στο έδαφος. Η κάμπια του σπόρου καλαμποκιού έχει τρεις γενιές σε διάρκεια ενός έτους.
 Αντιμετώπιση:
               - η πρόσφατη (3 εβδομάδες και λιγότερο) άροση και το ανακάτεμα των υπολειμμάτων από προηγούμενες καλλιέργειες αυξάνει τον κίνδυνο επίθεσης,
               - τα πρώιμα φυτεμένα φυτά μολύνονται συχνότερα,
               - αποφυγή σποράς σε κρύο και υγρό χώμα,
               - θεραπεία σπόρων